English French German Spain Italian Dutch Russian Portuguese Japanese Korean Arabic Chinese Simplified

Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2021

Γιώτα Λύδια (Παναγιώτα Μανταράκη, 24 Φεβρουαρίου 1934)

 
Μία από τις μεγαλύτερες και σπουδαιότερες λαϊκές τραγουδίστριες που μεσουρανισε τις δεκαετιςα του 50 και 60 την χρυση εποχη του λαικου τραγουδιου αλλα και γενικοτερα της ελληνικης μουσικης αφου τοτε γραφτικανε ολα τα μεγαλα τραγουδια.
Γεννήθηκε το 1934 στη Νέα Ιωνία έχοντας καταγωγή από τη Μικρά Ασία, παντρεύτηκε στα 15 της τον μετέπειτα συνθέτη των μεγάλων επιτυχιών της Στράτο Ατταλίδη και στα 15 της γεννάει τον μοναχογιό της.Την πρωτάκουσε ο Χαράλαμπος Βασιλειάδης να τραγουδάει στην αυλή του σπιτιού της σμυρνέϊκα με την προτροπή του αλλά και με την προτροπη του Γερασιμου Κλουβατου και την επιμονή της συζύγου του μπήκε σε στούντιο της Columbia και ηχογράφησε το πρώτο της τραγούδι "Κάποια φωνή ακούστηκε" που άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις. Μπήκε στην δισκογραφία το 1954 με την προτροπή του συζύγου της και του συνθέτη Γεράσιμου Κλουβάτου του οποίου τραγούδησε και τα δύο πρώτα τραγούδια της, ο μαέστρος Στελιος Χρυσίνης τότε την βάφτισε Λύδια. Αμέσως αναγνωρίστηκε η αξία και το σπάνιο μέταλλο της φωνή της και όλοι οι συνθέτες θέλησαν να συνεργαστούν μαζί της. Τραγουδάει Βασιλη Τσιτσάνη, Γιαννη Παπαϊωαννου, Μανωλη Χιώτη (Ηλιοβασιλέματα κ.α), Βασιλη Καραπατάκη,Γιωργου Λαύκα, Γιωργου Μητσάκη, Μπαμπη Μπακάλη, Θεοδωρου Δερβενιώτη, και βέβαια Απόστολο Καλδάρα με τον οποίο δίνουν το σπουδαίο και διαχρονικό τραγούδι Συ μου χάραξες πορεία. Η ίδια χαρακτηρίζεται από το γεγονός οτι τραγουδάει με ευκολία όλα τα είδη του τραγουδιού πάντα με μεγάλη επιτυχία, σμυρναίικα, τσιφτετέλια, ζεϊμπέκικα, μικρασιάτικους αμανέδες, ελαφρό- μοντέρνο τραγούδι, νησιώτικα αλλά και δημοτικά τα οποία έχουν σημαντική θέση στο ρεπερτόριο της ερμηνεύτριας. Από το 1954-1958 η Λύδια γίνεται αναγνωρίσιμη και αγαπημένη του κοινού μόνο μέσα από τους δίσκους 78 στροφών.
Πρωτοβγαίνει στο πάλκο δίπλα στον Στέλιο Καζαντζίδη αλλά και την Μαρινέλλα στο κέντρο '' Μαντουμπάλα'',οι εμφανίσεις της σε νυχτερινά κέντρα όλα αυτά τα χρόνια θα είναι εξαιρετικά μετρημένες. Οι δυο σπουδαίοι ερμηνευτές ένωσαν τις φωνές τους και σε δίσκους (Συννεφιασμένη Κυριακή, Καβουράκια, κ.α.). Το 1960 βρίσκει τη Γιώτα Λύδια να τραγουδάει μια μεγάλη σειρά τραγουδιών του Στράτου Ατταλίδη και του Κώστα Βίρβου, Γύρνα πάλι γύρνα, Ο ταυρομάχος, Η τσιγγάνα η Μαρίτσα, Έλα γύφτο μ'έλα, Πες μου γιατί, Σαν ζητιάνα σε κοιτώ, Αχ ας μπορούσα (στίχοι Γ.Κοινούση) και βέβαια το Γιατί θες να φύγεις που θα πας, ένα τραγούδι σταθμός που σημείωσε ένα αξεπέραστο μέχρι και τις μέρες μας δισκογραφικό ρεκόρ, πούλησε παραπάνω από 845.000 δίσκους. Παράλληλα εμφανίζεται στου Τζίμη του χοντρού με τη συμμετοχή του Χρηστάκη και αργότερα στην Μαντουμπάλα με τον Σπύρο Ζαγοραίο και το Μανώλη Αγγελόπουλο με τον οποίο τους συνδέει μια άριστη επαγγελματική σχέση καθώς πρώτη φορά τραγούδησε σε δίσκο ο Αγγελόπουλος δίπλα στη Λύδια την περίφημη Μαγκάλα αλλά και έπειτα είπαν επιτυχημένα ντουέτα (Σαν θεό σ'αγαπώ, Μανταλένα, Αχ μουσταφά κ.α.)Να τονισουμε οτι η Γιωτα Λυδια εχει κανει και καταπληκτικα σεγοντα σε πολλους τραγουδιστες οπως αυτα με τον Στελιο Καζαντζιδη σε ιστορικα τραγουδια που κοσμουνε το λαικο μαε τραγουδι αλλα και σε τραγουδια διαλογος.
Η ίδια ήταν κοντά και στο ξεκίνημα του Στράτου Διονυσίου στο τραγούδι Φύγε-φύγε. Ξεχωριστή στιγμή στην καριέρα της είναι η συνεργασία της με τον Μίκη Θεοδωράκη ερμήνευσε κομμάτια από το τραγούδι του νεκρού αδερφού όπως Κοιμήσου αγγελούδι μου, Μελαχροινή μου κοπελιά, Ο ουρανός είναι κλειστός, Προδομένη αγάπη και εμφανίζεται μαζί του στα θέατρα Κεντρικόν και Καλούτα μαζί με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση. Το 1965 ξανασυνεργάζεται με τον Καζαντζίδη και την Μαρινέλλα στο Φαληρικόν,εκεί είναι που είπε ο Καζαντζίδης το οριστικό αντίο στις πίστες. Το 1967-1968 η Γιώτα Λύδια γνωρίζει και πάλι μέρες δόξας, συνεργάζεται με τον Ακη Πάνου αφήνοντας κληρονομιά ένα από τα σπουδαιότερα τραγούδια μέχρι σήμερα το Η πιο μεγάλη ώρα είναι τώρα, ενώ το τραγούδι της σε μουσική και στίχους του Νίκου Δαλέζιου Να' χα εκατό καρδιές σπάει ακόμα μία φορά ρεκόρ πωλήσεων. Την ίδια εποχή τραγουδάει στην Φαντασία με τους Β.Τσιτσάνη, Μ.Μενιδιάτη, Χ.Λαμπράκη,Τ.Σούκα, Α.Ρεπάνη, Α.Κατινάρη, Σπ.Λιόση κ.α, εκεί γνωρίζει τον δεύτερο σύζυγό της με τον οποίο είναι μέχρι και σήμερα μαζί, ακόμη ηχογραφεί τραγούδια του Αντωνη Κατινάρη, Γιαννη Καραμπεσίνη, Γιωργου Κοινούση, Ατωνη Ρεπάνη, Νικου Δαλέζιου, Νικου Καρανικόλα, Τακη Σουκα Ηρακλη Παπασιδερη και Κωστα Παπαδοπουλου ενώ ερμηνεύει το συμφέρον του Μάρκου Βαμβακάρη σε ενορχήστρωση Σταύρου Ξαρχάκου.
Στα τέλη του 60 και αρχές του 70 τα πράγματα στο τραγούδι αλλάζουν προς το χειρότερο για τους παλιούς ερμηνευτές έτσι η Γιωτα Λύδια αποσύρεται από τα μαγαζιά και αραιώνει την δισκογραφική της παρουσία, τότε όμως θα γνωρίσει την αποθέωση τραγουδώντας επί σειρά ετών στους ομογενείς της Αμερικής και της Αυστραλίας,δισκογραφικά βγάζει τους δίσκους Δύο φωτιές, Χίλια μαχαίρια, Γιώτα Λύδια με τη συμμετοχή του Τάκη Σούκα και το 1974 το Μία παρασκευή. Η επιστροφή της στην δισκογραφική εταιρεία από όπου βγήκε οπού είχε μετονομαστεί σε minos έγινε το 1976 με το άλμπουμ Επιστροφή στις ρίζες ένας δίσκος με σμυρναίικα τραγούδια και αξεπέραστες ερμηνείες από την ανατολίτικη, λυγμική και γεμάτη γυρίσματα φωνή της, το 1977 κυκλοφορεί ακόμη έναν δίσκο στην εταιρεία το Μπορεί των Βασίλη Βασιλειάδη και Τάκη Μουσαφίρη ενώ εμφανίζεται στο κέντρο του Κώστα Καρουσάκη.
Αρχές του 80 η Λύδια απείχε συνειδητά από τα πράγματα με εξαίρεση τη συμμετοχή της στον δίσκο του Γιάννη Μαρκόπουλου Βαριά λαϊκά ώσπου το 1984 επανέρχεται στο τραγούδι με την προτροπή του Γιώργου Νταλάρα όπου εκείνη την περίοδο μεσουρανούσε, ηχογραφώντας έναν δίσκο οπού τραγουδούσαν μαζί και χωριστά παλιά λαϊκά τραγούδια. Ο δίσκος είχε την ονομασία Καλημέρα κυρία Λύδια που διάλεξε ο Νταλάρας για να τιμήσει την μεγάλη τραγουδίστρια, ο δίσκος θεωρείται από τους καλύτερους της δεκαετίας του 80 και γνώρισε μεγάλη εμπορική επιτυχία με πωλήσεις άνω των 180.000 αντιτύπων,ακόμη εμφανίζεται στο παλαί ντε σπορ της Θεσσαλονίκης δίπλα στον Γιώργο Νταλάρα και την Χαρούλα Αλεξίου.
Το 1986 κυκλοφορεί ο τελευταίος δίσκος της στη minos με τίτλο Καθαρά και ξάστερα με δημιουργίες των δύο μεγάλων συνθετών της εποχής Τάκη Σούκα και Χρήστου Νικολόπουλου,εμφανίζεται με τον Σούκα και τον Κοντογιάννη στις Νταλίκες και αργότερα με τον Απόστολο Καλδάρα. Στα χρόνια του 90 πραγματοποιεί δύο ακόμη σημαντικές εμφανίσεις με τον Αντώνη Βαρδή και την Χριστίνα Μαραγκόζη στο Ζουμ και στον Διογένη με την Πόλυ Πάνου, ηχογραφεί ακόμη δύο δίσκους,το 1997 κάνει την τελευταία της δισκογραφική εμφάνιση και παρουσία της στα κέντρα δίπλα στον Βαγγέλη Κονιτόπουλο.
Τελευταίες της εμφανίσεις στην τηλεόραση έγιναν στην Σεμίνα Διγενή και τον Σπύρο Παπαδόπουλο,το 2006 κυκλοφόρησε η βιογραφία της από τον Κώστα Μπαλαχούτη. Ακόμη επηρέασε με την ερμηνεία της, πολλές μετέπειτα σημαντικές τραγουδίστριες (Γλυκερία, Βιτάλη κ.ά.).
Eπισης εχει τραγουδιση εκατονταδες δισκακια 45 αλλα και 78 στροφων τα οποια ποτε δεν κυκλοφορισαν σε βινυλια απο της 33 στροφες η σε ψηφιακη μορφη απο την μοιρα αυτην φυσικα πολλοι τραγουδιστες εχουνε ανεκδοτο εργο οπως και η Γιωτα Λυδια..
 

Δισκογραφία απο της 33 στροφες και σε CD..

 
1969 ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ συμετοχη
1971 ΓΙΩΤΑ ΛΥΔΙΑ
1973 ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟΙ ΔΡΟΜΟΙ Τ.ΣΟΥΚΑ
1973 ΧΙΛΙΑ ΜΑΧΑΙΡΙΑ
1974 ΜΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
1974 ΔΥΟ ΦΩΤΙΕΣ
1976 ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΙΣ ΡΙΖΕΣ
1977 ΜΠΟΡΕΙ
1979 ΑΓΑΠΑ ΜΕ ΚΙ ΑΛΛΟ (ΣΑΛΜΑ ΓΙΑ ΣΑΛΑΜΑ)
1984 ΚΑΛΗΜΕΡΑ ΚΥΡΙΑ ΛΥΔΙΑ
1986 ΚΑΘΑΡΑ ΚΑΙ ΞΑΣΤΕΡΑ
1994 ΚΑΛΩΣΟΡΙΣΕΣ ΚΥΡΙΑ ΛΥΔΙΑ
1997 ΟΛΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΕΝΑ
1965 ΣΥΝΝΕΦΙΑΣΜΕΝΗ ΚΥΡΙΑΚΗ Β.ΤΣΙΤΣΑΝΗ συμετοχη
1967 Η ΠΟΡΤΑ ΑΝΟΙΓΕΙ Α.ΚΑΛΔΑΡΑ συμετοχη
1968 ΓΙΩΤΑ ΛΥΔΙΑ
1968 ΜΑΡΚΟΣ Ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ ΜΑΣ Σ.ΞΑΡΧΑΚΟΥ συμετοχη
1968 ΜΗΤΣΑΚΗΣ συμετοχη
1971 ΣΗΜΕΡΟΝ
1977 14 ΧΡΥΣΕΣ ΕΠΙΤΥΧΙΕΣ
1977 Ο ΚΑΖΑΝΤΖΙΔΗΣ ΣΕ ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ συμετοχη
1982 ΓΙΩΤΑ ΛΥΔΙΑ ΑΞΕΧΑΣΤΕΣ ΕΠΙΤΥΧΙΕΣ
1982 ΤΑ ΣΗΜΑΝΤΡΑ Γ.ΚΛΟΥΒΑΤΟΥ
1984 ΑΛΑ ΤΟΥΡΚΑ ΧΟΡΕΨΕ ΜΟΥ
1984 Ο ΜΑΥΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ ΜΕ Μ.ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟ
1986 ΓΙΩΤΑ ΛΥΔΙΑ ΤΑ ΔΗΜΟΤΙΚΑ
1987 ΜΕΝΙΔΙΑΤΗΣ-ΛΥΔΙΑ (Δυο δυο)
1991 ΤΑ ΛΑΪΚΑ ΤΗΣ ΓΙΩΤΑΣ ΛΥΔΙΑ
1992 ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΗΝ ΥΓΕΙΑ ΣΟΥ Α.ΜΟΣΧΟΥ συμετοχη
1997-2001 ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ 45 ΣΤΡΟΦΕΣ ΝΟ 1,2,3,4,5 ΚΑΙ ΔΗΜΟΤΙΚΑ (6 cd)
2000 ΜΙΑ ΒΡΑΔΙΑ ΣΤΗ ΣΑΛΟΝΙΚΗ
2001 ΟΙ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΕΣ ΕΠΙΤΥΧΙΕΣ ΤΗΣ
2004 ΤΣΙΦΤΕΤΕΛΙΑ
2004 14 ΜΕΓΑΛΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ
2005 Η ΠΙΟ ΜΕΓΑΛΗ ΩΡΑ
2008 Η ΚΥΡΙΑ ΓΙΩΤΑ ΛΥΔΙΑ

 

Δευτέρα 20 Οκτωβρίου 2014



Πανος Γαβαλας




Γεννήθηκε στις 26 Νοεμβρίου 1926 στο Παγκράτι, 

στην περιοχή της Γούβας. 

Ο πατέρας του ήταν από τη Φολέγανδρο και η μητέρα του από την Ικαρία. 


Η πρώτη του επαφή με τη μουσική έγινε στα παιδικά του χρόνια, με μια φυσαρμόνικα που έπαιζε στους προσκόπους, και λίγο μετά με τις χαβάγιες, με τις οποίες έκανε προπολεμικά καντάδες. 

Στα χρόνια της κατοχής εντάχθηκε στον ΕΛΑΣ και βρέθηκε στο τμήμα διασκέδασης, όπου τραγουδούσε τα αγωνιστικά τραγούδια, «Εμπρός ΕΛΑΣ-ΕΛΑΣ για την Ελλάδα…» κ.λ.π. 
Το 1945 άνοιξε τσαγκαράδικο στην Καισαριανή, ενώ, ταυτόχρονα δούλευε και σε μια ταβέρνα που είχε παλιότερα ο πατέρας του στο Παγκράτι. 
Την έκλεισαν όμως, γιατί, όπως έλεγε ο ίδιος: «μαζεύονταν μέσα αριστεροί». 
Τότε πρωτόπιασε την κιθάρα και με δυο-τρεις φίλους του από την ίδια περιοχή έκανε ένα μικρό συγκρότημα. 
Τα άλλα παιδιά αυτού του πρώτου μικρού συγκροτήματος συνέχισαν κάνοντας μια μικρή καριέρα σε ταβέρνες, ενώ ο Πάνος Γαβαλάς ακολούθησε το λαϊκό τραγούδι. 
Παντρεύτηκε νωρίς, το 1948, με τη Ζωή Μουστάκη, και έναν χρόνο μετά απέκτησαν τον γιο του Γιάννη. Δύσκολες εποχές. 
Δεκεμβριανά, Εμφύλιος, φτώχεια, ανέχεια. 
Για να μπορέσει να αντεπεξέλθει στην οικογένειά του το πρωί δούλευε τσαγκάρης, ψαράς, κουρέας, ηλεκτροσυγκολλητής και φορτοεκφορτωτής (παλιότερα) και το βράδυ έπαιζε σε μικρά λαϊκά ταβερνάκια. Έτσι πορεύτηκε τα πρώτα χρόνια, δύσκολα, στερημένα, όπως άλλωστε έζησαν και οι περισσότεροι άνθρωποι εκείνης της γενιάς.
Το 1950 και ο Τσιτσάνης
Παίζοντας κιθάρα, μπουζούκι και τραγουδώντας στο πνεύμα της εποχής ακολούθησε τον δρόμο του λαϊκού τραγουδιού στο οποίο κυριαρχούσαν οι φωνές του Πρόδρομου Τσαουσάκη και του Σταύρου Τζουανάκου. 
Το 1950 βρέθηκε ως μπουζουξής στο πάλκο του κέντρου Φαληρικόν το οποίο -ασκώντας μεταξύ άλλων τότε και το επάγγελμα του ψαρά- προμήθευε με ψάρια. 
Εκεί γνωρίστηκε με τον Βασίλη Τσιτσάνη ο οποίος τον πήγε στην Columbia και έπαιξαν μαζί σε κάποιες από τις ιστορικές ηχογραφήσεις με τον Τσαουσάκη, τη Νίνου και την Μπέλλου. 
Για την ιστορία παραθέτω κάποια από τα τραγούδια που ηχογραφήθηκαν στα τέλη εκείνης της χρονιάς, στα οποία έπαιξαν μπουζούκια ο Β. Τσιτσάνης με τον Πάνο Γαβαλά. 

Στρώσε μου να κοιμηθώ με τους Τσαουσάκη, Ρ. Ντάλλια, 


Το όνειρο της αδελφής με τους Μαρ. Νίνου, Πρ. Τσαουσάκη, Β. Τσιτσάνη, 


Η αχλάδα έχει πίσω την ουρά της με τους Τσιτσάνη, Πρ. Τσαουσάκη, Ρ. Στάμου, 


Το παράπονο του ξενητεμένου (Σαν απόκληρος γυρίζω) με τη Σωτ. Μπέλλου, 


Μες στο κελί μου ξάγρυπνος με τον Πρ. Τσαουσάκη, 


και άλλα. 

Με τον Βασίλη Τσιτσάνη ξαναμπήκε στην αίθουσα φωνοληψίας της Columbia τον Φεβρουάριο του 1956. Ως τραγουδιστής πλέον, ερμηνεύοντας τις συνθέσεις του Τσιτσάνη ,

Κατάδικος για πάντα και Κέρνα με πόνε, κέρνα με. 


Βαριά τραγούδια, στο πνεύμα της νέας εποχής που ερμηνευτικά διαμορφωνόταν από τις φωνές του Στ. Καζαντζίδη, του Π. Γαβαλά και του Β. Περπινιάδη.

Το ξεκίνημά του στη δισκογραφία ως τραγουδιστής έγινε τον Απρίλιο του 1954 με τα τραγούδια του Κώστα Καπλάνη,

Το άδικο και Ζωή σερέτισσα. 


Τη χρονιά αυτή φωνογράφησε μόνο επτά τραγούδια, τα οποία δεν είχαν την επιτυχία εκείνη που θα τον επέβαλε άμεσα στη δισκογραφία, και έτσι το κλίμα εκ μέρους της εταιρείας δεν ήταν και το καλύτερο απέναντί του. 

Ίσως γι’ αυτό θυμότανε και ανάφερε σε κάποια συνέντευξή του: 
«Τα πρώτα εφτά τραγούδια που είπα σε δίσκο δεν πιάσανε, και με πετάξανε ενάμισι χρόνο έξω από την εταιρεία». 
Το 1955, όμως, ακολούθησαν οι συνεργασίες του με τον Γερ. Κλουβάτο, τον Μπ. Μπακάλη και τον Απόστολο Καλδάρα που αντέστρεψαν κατά κάποιον τρόπο αυτό το εις βάρος του κλίμα. 
Με τον Απόστολο Καλδάρα είχε μια εκτεταμένη συνεργασία, τόσο στους δίσκους όσο και στα κέντρα. 
Το 1955 συνεργάστηκαν μαζί στο κέντρο Θείος, που βρισκόταν στην περιοχή του Βλάχου στα σύνορα Ν. Ιωνίας, Ν. Φιλαδέλφειας και Μεταμόρφωσης, με το συγκρότημα Καλδάρα, Τσαουσάκη και τον Μιχάλη Μενιδιάτη (Καλογράνη) στο ξεκίνημά του. 
Στην περίοδο αυτή, 1955-56, τραγούδησε περί τα δεκατέσσερα τραγούδια του Απόστολου Καλδάρα, ανάμεσά τους και το χαρακτηριστικό Στάσου στο 14, σε στίχους Κ. Βίρβου, που μαζί με το Σιγανοψιχάλισμα, την πρώτη δική του σύνθεση σε στίχους Χαρ. Βασιλειάδη «Τσάντα», υπήρξαν οι πρώτες μεγάλες επιτυχίες του. 
Έτυχε να ηχογραφηθούν μαζί την ίδια ημέρα, την 1ης Οκτωβρίου 1956, σημαδεύοντας έτσι μια οριακή στιγμή και στροφή της καριέρας του. 
Την εποχή που έκανε το Σιγανοψιχάλισμα έπαιζε σε ένα μαγαζί στου Ζωγράφου που λεγόταν Γαρδένια. Από εκεί ξεκίνησε η ιστορία του τραγουδιού που, όπως έλεγε χαρακτηριστικά, τον «καταδίκασε». 
Τον καθιέρωσε και τον «καταδίκασε» στην επιτυχία και τον «ανταγωνισμό» στην πρώτη γραμμή του λαϊκού τραγουδιού για 30 χρόνια. 
Μεγάλη επιτυχία και ένα από τα διαχρονικότερα και ομορφότερα τραγούδια της δεκαετίας του ’50.
Με τον Νίκο Μεϊμάρη, που έγραψε τους Γλάρους, γνωρίζονταν από την Καισαριανή, όπου ο Γαβαλάς είχε τσαγκαράδικο. 
Απέναντι, στην άλλη γωνία, ο Νίκος Μεϊμάρης είχε κουρείο. 
Και όπως οι μουσικές παρέες και τα όργανα είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας και της μυθολογίας αυτών των ιδιαίτερων χώρων της παλιάς συνοικίας, έτσι κι εκεί υπήρχαν κρεμασμένα διάφορα έγχορδα μουσικά όργανα που περίμεναν το μαγικό άγγιγμα στις χορδές τους. 
Στο κουρείο του Μεϊμάρη, όπου πεταγόταν καθημερινά από απέναντι τις ελεύθερες στιγμές του ο Πάνος Γαβαλάς, γράφτηκαν ...

οι Γλάροι, 


το Πόσο μου ’χεις λείψει, 


το Τριαντάφυλλο έχεις βάλει στα μαλλιά σου, 


και τ’ άλλα τραγούδια της συνεργασίας τους. 

Ήταν χρυσή εποχή για το λαϊκό τραγούδι, που σημαδεύτηκε από τα αθάνατα αυτά τραγούδια. 
Η εισαγωγή των Γλάρων αποτέλεσε το χαρακτηριστικό ηχητικό σήμα των διαφημιστικών εκπομπών της Odeon-Parlophone και μετέπειτα Minos, που ακούγονταν στο ραδιόφωνο για δεκαετίες. 
Από την άλλη, η Columbia-His Masters Voice-Capitol είχε για σήμα της την εισαγωγή από τη Συννεφιασμένη Κυριακή του Τσιτσάνη στην εκτέλεση με τον Καζαντζίδη. 

Τα θρυλικά μεθυστικά τραγούδια του 1959. 


Οι γλάροι, 


Μάγισσα Θεσσαλονίκη, 


Φεύγω γεια σου-γεια σου, 


Χωρίς τον ξενοδόχο λογαριάζαμε. 


Εκεί ο Γαβαλάς έπιασε την κορυφή, απ’ την οποία δεν κατέβηκε μέχρι το τέλος, και μαζί με τον Καζαντζίδη, τον Περπινιάδη και τον Αγγελόπουλο έφτιαξαν την πρώτη θρυλική τετράδα του λαϊκού τραγουδιού.

Είχε φτιάξει, πλέον, το δικό του ξεχωριστό ύφος. 
Οι ερμηνείες του γοήτευαν και οι εμφανίσεις του στα κέντρα έκαναν λίγο λίγο γνωστή την μποέμ φιγούρα με το προσεγμένο ντύσιμο και το «αυστηρό», σοβαρό προφίλ που έγινε πιο γνωστό από τις κατοπινές εμφανίσεις στις ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου. 
Το 1960 εμφανίστηκε στην Τριάνα του Χειλά μαζί με την Πόλυ Πάνου και την Έφη Λίντα, και στον Φάρο του Τζίμη μαζί με την Ούλα Μπάμπα, τον Χρηστάκη και τον Χάρη Λεμονόπουλο. 
Το 1961 εμφανίστηκε στο κέντρο Νταίζη στην ακτή Ποσειδώνος σ’ ένα πρόγραμμα που ονομάστηκε οι Άσσοι του Λαϊκού Τραγουδιού, μαζί με την Καίτη Γκρέυ, τον Μανώλη Αγγελόπουλο, την Έφη Λίντα και τον Αντώνη Ρεπάνη. 
Την ίδια χρονιά βρέθηκε ξανά στην Τριάνα του Χειλά μαζί με τον Βασίλη Τσιτσάνη, την Πόλυ Πάνου και τον Γιάννη Καραμπεσίνη, καθώς και στο Φαληρικόν στις Τζιτζιφιές μαζί με τον Γιάννη Παπαϊωάννου, τον Στράτο Διονυσίου και τη Ρία Κούρτη. 
Τα δισκάκια της Odeon-Parlophone πλήθαιναν στα τζουκ-μποξ και στα πικ-απ στις γειτονιές της Αθήνας και της ελληνικής περιφέρειας, όταν στα τέλη του 1961 μεταπήδησε στην Columbia-His Masters Voice στην οποία βρέθηκαν και οι φωνές που τον σιγοντάρησαν όλα αυτά τα χρόνια, η Βούλα Γκίκα και η Ρία Κούρτη, με την οποία συνδέθηκε καλλιτεχνικά μέχρι το τέλος. 
Το πέρασμά του στην Columbia έγινε θριαμβευτικά με το Φύγε κι άσε με (Η χαριστική βολή) στο οποίο σιγόντο έκανε η σύζυγός του, 

Ζωή Παναγιώτου, 


όπως αναγραφόταν στις ετικέτες των δίσκων, και η οποία είχε σιγοντάρει και τον Στέλιο Καζαντζίδη στα πρώτα του τραγούδια, το 1952-53, ως Ζωή Γαβαλά. 

Το 1962 συνεργάστηκε με την Καίτη Γκρέυ στο Πανόραμα στο Αιγάλεω μαζί με την άρτι αφιχθείσα εξ Αμερικής Σεβάς Χανουμ, και αργότερα στου Περιβόλα με το συγκρότημα του Γιάννη Παπαϊωάννου. 
Το 1962 εμφανίστηκε για πρώτη φορά και στο ελληνικό σινεμά, στην ταινία Ορφανή σε ξένα χέρια, πλάι στον Βασίλη Τσιτσάνη με το τραγούδι ...

Όσο με μαλώνεις. 


Την επόμενη χρονιά, στην ταινία Το κάθαρμα, με σενάριο τον Nίκoυ Φώσκολου, σκηνοθεσία του Κώστα Ανδρίτσου και πρωταγωνιστές τον Γιώργο Φούντα και την Μάρω Κοντού, μαζί με τη Ρία Κούρτη τραγούδησαν το ...


Κάθε λιμάνι και καημός


του Γιώργου Κατσαρού και του Πυθαγόρα, που έγινε μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του. 

Το 1964 ψηφίστηκε από τους χιλιάδες αναγνώστες του περιοδικού Ντομινό ως ο πιο δημοφιλής λαϊκός τραγουδιστής και βραβεύτηκε με το «Χρυσό μικρόφωνο» της χρονιάς. 
Εμφανίστηκε στο κέντρο Βεντέτα (Αχαρνών 77) μαζί με τη Ρία Κούρτη, τον Στράτο Διονυσίου, τη Λέλα Παπαδοπούλου, με μαέστρο τον Μηνά Πορτοκάλη, και στο πάλκο της ταβέρνας του Φαρέα, στη θρυλική κινηματογραφική Λόλα του Ντίνου Δημόπουλου, με πρωταγωνιστές τον Νίκο Κούρκουλο και την Τζένη Καρέζη, 
τραγούδησε το ...

Όνειρο δεμένο στο μουράγιο


 του Σταύρου Ξαρχάκου, σε στίχους Βαγγέλη Γκούφα. 

Από τις αρχές μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του ’60 είχε έναν βασικό κορμό μουσικών κοντά του που αποτελούσαν οι: 

Σπύρος Λιώσης και Αντ. Κατινάρης μπουζούκια, 


Βασ. Βασιλειάδης ακορντεόν και βιολί ο Τάσος Κουλούρης, 


με τον οποίο έγραψαν μεγάλες επιτυχίες, όπως τα: 


Φύγε κι άσε με, 


Εγώ είμαι ένα παλιόπαιδο, 


Μακριά μου να φύγεις, 


Δεν με πονάς, δεν μ’ αγαπάς κ.ά.


Τον Δεκέμβριο του 1965 έλυσε τη συνεργασία του με την Columbia και ανεξαρτητοποιήθηκε δισκογραφικά με τη δημιουργία της εταιρείας Βεντέττα. 

Για τα χρόνια εκείνα ο Γιάννης Γαβαλάς θυμάται: 
«Ο καθένας από τους μεγάλους τραγουδιστές δημιούργησε με τον τρόπο του, όπως και ο καθένας πολεμήθηκε με τον τρόπο του, γιατί η δισκογραφία τότε έβγαζε πολλά λεφτά. 
Γίνανε βιομηχανίες από τη δισκογραφία και τους καλλιτέχνες. 
Κυκλοφόρησαν βαπόρια. 
Δούλεψε πάρα πολύς κόσμος στις πλάτες αυτών των ανθρώπων. 
Οι λαϊκοί τραγουδιστές είχαν μεγάλες διαφορές σε πωλήσεις από όλους τους άλλους. 
Στα μέσα της δεκαετίας του ’60 τέσσερεις καλλιτέχνες προσπάθησαν να κάνουν την επανάστασή τους στη δισκογραφία και να τα βάλουνε με τους Εγγλέζους -όπως τους λέγαμε τότε- και τα μεγάλα κεφάλαια. 
Οι τέσσερεις αυτοί ήταν: 

ο Καζαντζίδης, 


ο Γαβαλάς, 


ο Μπιθικώτσης 


και η Πόλυ Πάνου, 


που ήταν όλο το λαϊκό τραγούδι. 

Αυτό ήταν το λαϊκό τραγούδι εκείνης της εποχής, καλώς ή κακώς. 
Ξεκίνησαν να κάνουν μια εταιρεία ελληνική, αλλά το καταλάβανε οι άλλοι και σπείρανε τα ζιζάνια, όπως γίνεται σε όλες τις μεγάλες επιχειρήσεις. 
Πρώτος απ’ όλους αποσύρθηκε ο Μπιθικώτσης και υπέγραψε με την Columbia ξανά. 
Μετά ο Καζαντζίδης, που είναι μια ολόκληρη ιστορία και μια συζήτηση που δεν είναι της στιγμής. 
Δεν υπέγραψε, βέβαια, με αυτούς τους κολοσσούς, αλλά αργότερα έκανε δική του εταιρεία, τη Standard. Και έτσι ξεκινήσαμε εμείς, με 50% ιδιοκτησία δική μου και 50% του Στέλιου του Πελαγίδη, του άντρα της Πόλυς Πάνου εκείνη την εποχή, και κάναμε τη Βεντέττα. 
Κυκλοφορήσαμε τους πρώτους δισκους, 45άρια, στη μία πλευρά Γαβαλάς-στην άλλη Πόλυ Πάνου. Ξεκινήσαμε με ένδεκα νούμερα στην αγορά, με δύο καλλιτέχνες βασικά. 
Στα ένδεκα αυτά νούμερα υπήρχε ένα σόλο τραγούδι που έχει πει η Ρία Κούρτη και ένας δίσκος ενός παλιού συνεργάτη του πατέρα μου που δεν είχε, τότε, πού να κοιμηθεί, 

του Χρηστάκη, 


με τη Γάτα και το Έμαθα πως είσαι μάγκας,


απ’ την πίσω πλευρά. 

Αυτοί ήταν οι πρώτοι ένδεκα δίσκοι που κυκλοφόρησαν και η παραγωγή ήταν δική μου. 
Γινότανε χαμός. 
Δεν προλαβαίναμε. 
Έρχονταν τα μαγαζιά στα γραφεία της εταιρείας και με το που ξεφόρτωνε το φορτηγό τους δίσκους που μας έφερνε από το εργοστάσιο δεν προλαβαίναμε ούτε τιμολόγια να κόψουμε, πετάγανε τους δίσκους μέσα και φεύγανε. 
Σκοτώνονταν. 
Την ίδια εποχή η Columbia για να κάνει αντιπερισπασμό στον Γαβαλά κυκλοφόρησε είκοσι πέντε τραγούδια. 

Θα βρω μουρμούρη μπαγλαμά κ.ά., και δεν φτάνει αυτό, μας σταματάει να μας τυπώνει δίσκους. Ερχότανε ο Λαμπρόπουλος εμένα και μου τα ’λεγε. 

Καμμιά φορά την ιστορία εσείς οι νέοι θα τη μάθετε μόνο από τον Τάκη τον Λαμπρόπουλο. 
Εάν μιλήσει αυτός. 
Εάν δεν μιλήσει αυτός, την ιστορία του λαϊκού τραγουδιού δεν θα τη μάθετε ποτέ. 
Εγώ, λοιπόν, σου λέω αυτό που μού ’λεγε: «πες του πατέρα σου να βάλει μυαλό. 
Να έρθει στην Κολούμπια. Θα καταστραφεί εκείνος, θα καταστραφούμε κι εμείς». 
Έτσι κι έγινε. 
Και ο Λαμπρόπουλος έχασε την εταιρεία, και ο Γαβαλάς καταστράφηκε οικονομικά. 
Εκείνη η χρονιά, πάντως, ήτανε η χρονιά του. 
Το βλέπαμε στο σπίτι. 
Υπήρχε ενθουσιασμός.
Καθότανε και δούλευε, έγραφε. 
Τα τραγούδια αυτά, τα περισσότερα είναι δικά του. 
Έπαιρνε και μουσικούς που τους είχε στην ορχήστρα του και τους έβαζε και στη δισκογραφία με δικές τους συνθέσεις, όπως τον Βασίλη Βασιλειάδη, τον Θανάση Πολυκανδριώτη κ.ά. 
Η Βεντέττα ξεκίνησε το ’66, εκεί έβγαλε γύρω στα 20 τραγούδια, και μετά από ένα εξάμηνο απεχώρησε. Από εκεί και πέρα μέχρι το 1971 η Βεντέττα λειτούργησε με την Πόλυ Πάνου. 
Εμείς το 1967 κάναμε τη Sonata».

Ο Γιάννης Σταματίου, ή Σπόρος, είχε μια μικρή συνεργασία μαζί του στις αρχές του ’50 σε ένα μικρό κέντρο στην Καισαριανή, και το 1955 έπαιξε μπουζούκι στα τραγούδια ...


Γονείς που θρέφετε παιδιά, 


Το ποτήρι είν’ ο γιατρός, 


Πέφτουν τα φύλλα απ’ τα κλαριά, 


Απόψε είσαι για φιλί, Τ


ο παλληκάρι που ’σβησε και Στο πικραμένο δειλινό. 


Ακόμη θυμάται το 1966, όταν είχε επιστρέψει από την Αμερική και εμφανιζόταν στο Παγκόσμιο με τη Μαρινέλλα, ότι ο Πάνος Γαβαλάς είχε πολύ μεγάλο σουξέ στην Τριάνα του Χειλά. 

Το καλοκαίρι του 1966 ο Βασίλης Χειλάς πήρε, τότε, και το Παγκόσμιο, τη σημερινή Φαντασία, και έφτιαξε ένα πρόγραμμα με τους 
Γ. Μουζάκη, Γ. Βογιατζή, Τ. Βαβάτσικο, Άντζ. Ζήλεια, Μεταξόπουλο και Φοντάνα στο χορευτικό και ήθελε τον Γαβαλά στη λαϊκή ώρα. 
Ο Γαβαλάς, όμως, δεν δέχθηκε και έτσι ο Χειλάς, φοβούμενος ότι μπορεί να τον χάσει και από το χειμερινό πρόγραμμα στην Τριάνα, άνοιξε δίπλα καινούργιο μαγαζί ειδικά για τον Γαβαλά!
Το 1967 εμφανίστηκε στην Τριάνα μαζί με τη Ρία Κούρτη, την Πόπη Πόλλυ και την ορχήστρα τού Μηνά Πορτοκάλη. 
Το 1968 στην καλοκαιρινή Βεντέτα, του Στέλιου Μπαμπακιά στη Λεωφόρο Ποσειδώνος στις Τζιτζιφιές, με τον Μπάμπη Τσετίνη και τον Γιώργο Νταλάρα. 
Το 1969 στο Φαληρικόν, με τον Βαγγέλη Περπινιάδη και τον Βασίλη Τσιτσάνη. 
Το 1970 στον Γαλαξία, Λιοσίων 260, και αργότερα στο Χρυσό Βαρέλι. 
Το 1971στο Μαξίμ, μαζί με τον Αντώνη Ρεπάνη, και το 1972 στο Πρόσωπο Νο 2, μαζί με τον Χρήστάκη.
Η Sonata άνοιξε το 1967 και λειτούργησε μέχρι το 1972. 
Μια πενταετία γεμάτη δίσκους και επιτυχίες σ’ ένα εγχείρημα που, τελικά, δεν μπόρεσε να αντέξει στην πίεση των καταστάσεων (κασετοπειρατεία) και των μεγάλων εταιρειών που έδεναν τους συνθέτες με αποκλειστικά συμβόλαια με αποτέλεσμα να μην υπάρχει χώρος για ελεύθερες συνεργασίες. 
Μπορεί ο Γαβαλάς να μην είχε τη δυνατότητα να συνεργαστεί με τον Τσιτσάνη, τον Καλδάρα και όλους τους άλλους βασικούς συνθέτες της εποχής, κατάφερε όμως να επιβιώσει καλλιτεχνικά με τη δική του προσωπικότητα, ανακαλύπτοντας νέα ταλέντα, αλλά και γράφοντας ο ίδιος τραγούδια. 
Η Sonata μπορεί να ήταν μια μικρή ανεξάρτητη εταιρεία που δεν άντεξε στον ανταγωνισμό των μεγαθηρίων της εποχής, είχε όμως την εικόνα μιας εταιρείας νοικοκυρεμένης που λειτουργούσε από ανθρώπους οι οποίοι ήξεραν από μέσα και καλά την υπόθεση τραγούδι. 
Στη Sonata έγραψε τα πρώτα του τραγούδια ο Θανάσης Πολυκανδριώτης που αποκαλούσε τον Γαβαλά πνευματικό του πατέρα. 
Ένα τραγούδι του, το Ζηλεύω-ζηλεύω, είχε στη μια όψη του το πρώτο δισκάκι της εταιρείας. 
Εκεί εμφανίστηκαν ξανά ονόματα χαμένα από την εποχή του ρεμπέτικου, όπως του... 

Στέλιου Κερομύτη, 


του Μιχ. Γενίτσαρη, 


του Γ. Ροβερτάκη και του Γιάννη Κυριαζή. 


Τα μπουζούκια των ηχογραφήσεων ήταν όλα πρώτης γραμμής: 


Ζαφειρίου, 


Πολυκανδριώτης, 


Παλαιολόγου, 


Νικολόπουλος κ.ά. 


Στη Sonata έκανε την πρώτη και τη δεύτερη καριέρα του ο Χρηστάκης, με τραγούδια που μέχρι σήμερα πουλάνε πολλές χιλιάδες αντίτυπα. 

Εκεί έδωσαν το «παρών» τραγουδιστές όπως ...

ο Ανδρέας Ζακυνθινάκης, 


ο Κώστας Κόλλιας, 


ο Δημ. Ξανθάκης, 


ο Μάκης Χριστοδουλόπουλος και ο Κώστας Σκαφίδας. 


Εκεί έγραψαν ...


ο Αντ. Ρεπάνης, 


ο Σπ. Ζαγοραίος, 


ο Γ. Κοινούσης, 


ο Δ. Γκούτης, 


το στιχουργικό δίδυμο του Καζαντζίδη Ατραΐδης-Βασιλόπουλος, και άλλοι. 

Εκεί έγιναν αρκετά από τα νεότερα σουξέ του ίδιου του Γαβαλά. 

Γλυκέ μου τύραννε, 


Συγχαρητήρια, 


Μου σπάσανε τον μπαγλαμά, 


Έτσι είναι πάντα μ’ ένα αντίο, 


Πήρε φωτιά μια καρδιά, 


Καημό μες στην καρδούλα μου ...


και άλλα τραγούδια που αναδείκνυαν τις διαφορετικές πτυχές και τεχνικές ενός σπουδαίου τραγουδιστή που μπορούσε να είναι το ίδιο πειστικός και απόλυτος στις ερμηνείες του, τόσο στο βαρύτερο ρεμπέτικο όσο και στο πιο ρομαντικό και μπελκάντο τραγούδι. 

Η εταιρεία έκλεισε, τελικά, το 1972.
Μετά το κλείσιμο της Sonata έφυγε για εμφανίσεις στην Αμερική. 
Για να βγάλει τα σπασμένα και να πληρώσει τις υποχρεώσεις της εταιρείας. 
Το 1974 εμφανίστηκε στο Όνειρο, στην εθνική Αθηνών-Λαμίας, μαζί με τη Ρία Κούρτη. 
Τα κέντρα άρχισαν να ανεβαίνουν, ξανά, όπως στα χρόνια του ’50, προς τα βόρεια. 
Για δύο δεκαετίες η Εθνική έζησε την ακμή της. 
Ο Γαβαλάς με τη Ρία Κούρτη τραγούδησαν και στη νέα Πίνδο, του Αλεξανδριανού, στη λεωφόρο Τατοΐου, στο ύψος της Μεταμόρφωσης. 
Μέχρι και το 1980-’81 εμφανίστηκε κυρίως στο Όνειρο, στο Πανόραμα και στη Λατρεία, στην Αχαρνών. 
Οι εποχές είχαν αλλάξει. 
Δεν υπήρχε ο ίδιος ενθουσιασμός. 
Ακόμη και το 1975 που επέστρεψε δισκογραφικά στη Minos, όπως θυμάται ο Γιάννης Γαβαλάς, δεν ήθελε να επιστρέψει: «Δεν ήθελε να επιστρέψει και στην ουσία δεν τον ήθελαν και εκείνοι, γιατί ήταν το μαύρο πρόβατο. 
Δεν τον ήθελαν κι αυτό αποδείχθηκε, γιατί όταν έκανε αυτό τον δίσκο με τη Δοκιμασία και ο δίσκος άρχισε να κάνει πωλήσεις τον σταμάτησαν από την κυκλοφορία. 
Πάλι συνεργασία του πατέρα μου με έναν άνθρωπο που δούλευε μαζί του, τον Κώστα Σταματάκη. Υπάρχουν άνθρωποι που μου τον ζητάνε ακόμη αυτό τον δίσκο. 
Κι εκεί το κατάλαβε πια και έτσι αποχώρησε. 
Μετά τού κόπηκε το κουράγιο, δεν ξανάγραψε, αρρώστησε κιόλας, βέβαια». 
Την τελευταία περίοδο συνεργάστηκε αποκλειστικά με τον Χρήστο Νικολόπουλο και τον Βαγγέλη Ατραΐδη, με τους οποίους έκαναν μαζί τέσσερεις δίσκους, όλους στη Music Box, απ’ τους οποίους βγήκαν τραγούδια όπως το ...

Σταυροδρόμι, 


το Σήκω κάτσε, 


το Τίποτα τίποτα, 


το Ένας σταθμός,


σε μουσική και στίχους του Γαβαλά, και άλλα. 

Κάποιες από τις τελευταίες εμφανίσεις του έγιναν στη Νεράιδα, όπου τραγουδούσαν ο Φίλιππος Νικολάου, η Νέλλη Γκίνη και η Χριστίνα. 
Ήταν μια εποχή που γίνονταν μάχες για τη μαρκίζα, και ο Γαβαλάς ήταν αρκετά βαρύς για να ασχολείται με τόσο ελαφριά θέματα. 
Είχε βαρεθεί. 
Άλλωστε, τραγουδούσε ασταμάτητα 35 χρόνια. 
Πόσο μπορεί να αντέξει σε αυτές τις συνθήκες ένας άνθρωπος; 
Και η υγεία του είχε επιβαρυνθεί και, βεβαίως, δεν υπήρχε ο ανάλογος ενθουσιασμός. 
Το 1982 τραγούδησε και στον Λυκαβηττό σε κάποιες συναυλίες που οργάνωνε τότε το περιοδικό Ντέφι. 
Το 1986, έπειτα από την προτροπή και την επιμέλεια του Γιώργου Κοντογιάννη, ηχογράφησε στη Λύρα τον τελευταίο του δίσκο με τίτλο Μια Ανάσα. 
Την ίδια χρονιά εμφανίστηκε για τελευταία φορά μπροστά σε αρκετές χιλιάδες κόσμου στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας σε μια συναυλία-αφιέρωμα στο κοινωνικό λαϊκό τραγούδι που έγινε στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του 12ου Φεστιβάλ ΚΝΕ Οδηγητή. 
Ο Γιάννης Γαβαλάς θυμάται: 
«Έμεινε πιστός στις παραδόσεις, δεν ενεργοποιήθηκε ποτέ κομματικά, όπως δεν με επηρέασε ποτέ πολιτικά. 
Έλεγε “είσαστε άνθρωποι, θα καταλάβετε μόνοι σας τι πρέπει να κάνετε”, αλλά μια συμπάθεια την είχε. Τελευταία, που ήταν άρρωστος, δεν τον άφηνα να πάει στο συγκεκριμένο φεστιβάλ. 
Του έλεγα «πώς θα πας;» 
Αφού ήτανε για εγχείρηση, για αφαίρεση λάρυγγα. “όχι”, μου έλεγε, “θα πάω”. 
Και πήγε.
Πήγε γιατί ενδεχομένως θυμότανε τα νιάτα του». 
Εκείνη την εποχή έφτιαξε και ένα μαγαζί, στο 23o χιλιόμετρο της εθνικής οδού Αθηνών-Λαμίας, εκεί που βρίσκονταν μεχρι πριν λιγο καιρο τα Goody’s,(τωρα καταστημα με αρτολιχουδιες) το οποίο δεν πρόλαβε να λειτουργήσει. 
Το έφτιαχνε για τα γεράματά του. 
Για να συναντιέται εκεί με τους φίλους του, να πίνουνε το κρασί τους και να λένε τα τραγούδια τους. 
Δεν πρόλαβε. 
Έφυγε από τη ζωή στις 3 Δεκεμβρίου 1988.

Γαβαλάς – Καζαντζίδης


Τα χρόνια εκείνα, αλλά και αργότερα, υπήρχαν φήμες που ήθελαν τους δύο τραγουδιστές να μην έχουν καλές σχέσεις. 

Ποτέ, όμως, δεν υπήρξε αντιπαλότητα ή κόντρα μεταξύ τους. 
Υπήρχε αλληλοεκτίμηση. 
Πώς θα μπορούσε να είναι σε κόντρα ο Γαβαλάς με τον Καζαντζίδη όταν από τη μια ήταν γνωστή η αγάπη του τελευταίου για το ψάρεμα, και από την άλλη ο πρώτος ήτανε ψαράς. 
Και για ψάρεμα είχαν πάει παρέα, και τα κρασιά τους είχανε πιει, και επισκέπτονταν ο ένας τον άλλον. Ακόμη και καλλιτεχνικά υπήρξαν στιγμές που ο ένας τραγούδησε τραγούδια του άλλου, στη δισκογραφία. Όταν στα μέσα της δεκαετίας του ’50 ο Γαβαλάς ξεκινούσε την τραγουδιστική του καριέρα στην Odeon ερμήνευσε σε δεύτερη εκτέλεση κάποια από τα τραγούδια που είχε πει ο Καζαντζίδης στην Columbia. 

Πέφτουν τα φύλλα απ’ τα κλαριά, 


Κατάδικος για πάντα,


Παλιοκόριτσο, με πήρες στον λαιμό σου, 


Φωνάξτε τη μανούλα μου, 


μαζί με την Άννα Χρυσάφη το 

Η πρώτη αγάπη σου είμαι εγώ, και το 1961 κάποια από τα έντεχνα λαϊκά του Χατζιδάκι και του Θεοδωράκη: 

Αθήνα, 


Ο κυρ-Αντώνης, 


Βράχο-βράχο. 


Και ο Καζαντζίδης, όμως, επανεκτέλεσε τραγούδια που είχε πει πρώτα ο Γαβαλάς: 


Θα βρω μουρμούρη μπαγλαμά (1959), 


Φύγε κι άσε με και Μείνε αγάπη μου κοντά μου


(το 1962 στην Αυστραλία), 


Στην πόρτα σου, 


Ο δρόμος δίχως σύνορα (1964) 


και, τέλος, 


το Στο πικραμένο δειλινό (1994). 


Ακόμη, κάποιες φήμες θέλουν τον Καζαντζίδη με τη Μαρινέλλα να έχουν ηχογραφήσει τους Γλάρους. 

Αν και μέχρι σήμερα δεν έχει βρεθεί κάποιο στοιχείο, δίσκος ή οτιδήποτε άλλο που να τεκμηριώνει κάτι τέτοιο.

Τρίτη 19 Φεβρουαρίου 2013



Σαν σήμερα...19 Φεβρουαρίου...
Releases
1955: Pat Boone, "Two Hearts, Two Kisses, One Love"
1958: The Miracles, "Got A Job"
1977: Fleetwood Mac, Rumours
Recording
1942: Frank Sinatra with the Tommy Dorsey Orchestra, "I’ll Take Tallulah"
1956: The Platters, "Magic Touch"
1964: Simon and Garfunkel, "The Sounds Of Silence" (original)
1965: The Beatles, "You're Going To Lose That Girl"
1969: Elvis Presley: "Do You Know Who I Am?," "Kentucky Rain," "Only the Strong Survive"
1976: Donna Summer's "Love to Love You Baby" is certified gold
 
1958: Ο Carl Perkins αφήνει την δισκογραφική Sun Records και υπογράφει με την Columbia, σαν ο πρώτος rockabilly καλλιτέχνης…
1965: Ο Rod Stewart παίζει πρώτη μεγάλη συναυλία του στο Harrow, στην Αγγλία, με τη μπάντα του και τους “The Soul Agents”…
1965: Στα Abbey Road Studios στο Λονδίνο, οι Beatles κατέγραψαν το νέο τραγούδι του John Lennon με τίτλο 'You're Going To Lose That Girl'….
1972: Harry Nilsson βρίσκεται για 4 εβδομάδες στη θέση No.1 των singles chart στις ΗΠΑ με το τραγούδι σε δική του version με τίτλο 'Without You.'

Charts
1949: John Lee Hooker's "Boogie Chillen" hits #1 R&B
1966: Lou Christie's "Lightnin' Strikes" hits #1
1972: Badfinger's album Straight Up enters the charts
1972: Nilsson's "Without You" hits #1
1977: Manfred Mann's Earth Band's "Blinded By The Light" hits #1

Births - Γεννήθηκαν...
1912: Stan Kenton
1936: Bob Engemann (The Lettermen)
1940: Smokey Robinson, Bobby Rogers (Smokey Robinson and the Miracles)
1943: Lou Christie
1948: Mark Andes (Spirit), Tony Iommi (Black Sabbath)
1950: Francis Buchholz (Scorpions)
 

Death - Έφυγε
1980: Bon Scott (AC/DC) Σε ηλικία 33 ετών, από πνευμονική αναρρόφηση εμετού μετά από κατανάλωση μεγάλης ποσότητας αλκοόλ στο Λονδίνο...