English French German Spain Italian Dutch Russian Portuguese Japanese Korean Arabic Chinese Simplified

Δευτέρα 5 Απριλίου 2010

                              Παύλος Σιδηρόπουλος- Αθηναϊκά Blues


Ο Παύλος Σιδηρόπουλος είχε ό,τι χρειάζεται ένας γραφιάς για να σωθεί. Το βλέμμα, «τη σιγουράδα του χεριού, τη δροσεράδα της καρδιάς, την παλικαριά να κοροϊδεύει την ίδια του την ψυχή, σαν να ’χε μέσα του μια δύναμη ανώτερη από τη ψυχή και τέλος το άγιο, γάργαρο γέλιο, από βαθιά πληγή, βαθύτερο από το σπλάχνο του ανθρώπου».

Ήταν ο δισέγγονος του ανθρώπου για τον οποίο έγραψε ο Καζαντζάκης τα παραπάνω στον Βίο Και Πολιτεία Του Αλέξη Ζορμπά. Και ήταν ο ανιψιός της πεζογράφου Έλλης Αλεξίου, που εμφανίστηκε στα γράμματα το ’31 με τη συλλογή διηγημάτων Σκληροί Αγώνες Για Μια Μικρή Ζωή. Ήταν ο Παύλος και έζησε μόλις σαράντα δύο χρόνια. Η ιστορία του είναι ...

...φτιαγμένη από όλα τα υλικά που χρειάζονται στις διηγήσεις τους όσοι «γεμίζουν τα κενά του σατανά στην ύπαρξή σας». Τον αποκάλεσαν πρίγκιπα. Και κάθε ιστορία με πρίγκιπες είναι ένα παραμύθι. Αυτή τη φορά, αρχίζοντας από το τέλος.

Τι νέοι φτάσαμεν ως εδώ; Ο Παύλος Σιδηρόπουλος πέθανε από ανακοπή καρδιάς ύστερα από δόση ηρωίνης μιαν 6η Δεκεμβρίου. Είναι η μέρα που αιώνες τώρα δεν ξεχνούν όσοι ταξιδεύουν στις θάλασσες κι από πέρυσι όσοι πέφτουν νεκροί από τις σφαίρες των «προστατών» τους. «Δένω τα μάτια και τα χέρια να μη βλέπω άλλο πια τα σκληρά τους μαχαίρια, τη μικρή τους καρδιά» τραγούδησε εικοσάρης στη ρεμβαστική folk μπαλάντα Ο κόσμος τους, στο πρώτο σαρανταπεντάρι του.

Περιέγραψε έναν κόσμο σκληρό, τυποποιημένο, βίαιο και απερίσκεπτο, που είναι φτιαγμένος για να απορρίπτει ό,τι κι όσους ξεφεύγουν από τον μέσο όρο. Ο κόσμος όπως τον άφησε κι ο κόσμος όπως τον βρίσκουμε κάθε φορά που ξαναγεννιόμαστε νέοι. Σ’ αυτή την ιδιότητα του κόσμου πάνω συναντιόμαστε μέχρι σήμερα, ανασταίνοντας την εφηβική μας ψυχή. Εμείς κι ο Παύλος. Ο αφηγητής και ο δημιουργός. Ο γραφιάς κι η ιστορία.

Στην άλλη πλευρά του ίδιου εκείνου εφτάιντσου της Zodiac τραγούδησε το απόλυτα rock ‘n’ roll Ξέσπασμα: «Κι οργώνοντας τους δρόμους ακούω χιλιάδες νόμους, μα εγώ όμως προχωράω και πίσω δεν κοιτάω κι όπου γουστάρω πάω και τρέχει ο άνεμος μπροστά». Σε όλη του την πορεία ο Παύλος καταπιάστηκε με τις βαθύτερες πληγές του ανθρώπου. Κοινωνικός αποκλεισμός, μοναξιά, εξάρτηση, ναρκωτικά. Και έρωτας. Αλλά είμαστε στην αρχή ακόμα.

 Το 1991, οι Απροσάρμοστοι κυκλοφορούν το δίσκο Άντε Και Καλή Τύχη Μάγκες, με τραγούδια που είχε προλάβει να ηχογραφήσει ο Σιδηρόπουλος πριν από το θάνατό του: «Ετούτη η πόλη με τρελαίνει που υπνοβατώντας περιμένει… και αντί φωτιά μοιράζει ανία και σημάδια τυφλά για το νέο Μεσσία». Το 1992 κυκλοφορεί ο δίσκος Τα Μπλουζ Του Πρίγκιπα, με ηχογραφήσεις από τη διετία ’79-’81, όπου ο Παύλος καταφέρνει έναν παλιό σκοπό, να μπολιάσει το μπλουζ με το ρεμπέτικο, το ηλεκτρικό με το πεντατονικό, το ξένο με το ελληνικό σε ένα πρωτόγνωρο λαϊκό rock που έγινε η βάση του ελληνικού rock.
Στο Μπλουζ του παλιοκάραβου, με μια κιθάρα σαν τύμπανο για κωπηλάτες, «Πήρε σβάρνα κι αρμενίζει παλικάρι απ’ τη γωνιά, σαν παλιό καράβι τρίζει που στον ύφαλο χτυπά, μοιάζει πλοίο στοιχειωμένο στου πελάγου τα ανοιχτά… είναι αργά και στου χάρου το λιμάνι άραξε τώρα να ξεκουραστεί».

Ο Σιδηρόπουλος κάνει σε ένα ταξίδι είκοσι ετών κάτι συγκλονιστικό. Ο «απόκληρος» του Καζαντζίδη και της Μπέλλου δεν γυρίζει πλέον στην «κακούργα ξενιτιά». Ο όμορφος ξανθομάλλης ροκάς με την αστική παιδεία και τη φυσική ευγένεια ανακαλύπτει τα σύνορα που στήνονται μέσα στην ελληνική κοινωνία. Αυτά που από εσωτερικό κάλεσμα θέλει να σπάσει ένας νέος ασυμβίβαστος με τις αδικίες, την ηλιθιότητα, τη χυδαιότητα και την υποκρισία της «προστατευμένης» ζωής.

 Ο Σιδηρόπουλος, ωραίος σαν Έλληνας, αναπαράγει μέσα απ’ την τέχνη του τη δημιουργία και την καταστροφή -στα δικά του λόγια, τον διανοούμενο και τον αλήτη- και γίνεται κρίκος σε μια μεγάλη αλυσίδα δημιουργών που διάλεξαν συνειδητά το δρόμο της αρετής. Κι αυτό είναι rock. Αθόρυβα, χωρίς ειδωλοποιήσεις. «Όχι άλλα είδωλα». Είναι όμως πολλά τα κενά του σατανά στην ύπαρξή μας. Και σήμερα και τότε.

Η rock μουσική είναι ένα επικίνδυνο παιχνίδι στα αβέβαια χέρια των δήθεν. Επαγγελματίες του χρυσοποίκιλτου lifestyle έφτασαν να αναβαπτιστούν στις μέρες μας ροκάδες, ταυτίζοντας την κρίση των αξιών τους με το καλόβολο κι ευκαιριακό άλλοθι ότι όλα τελικά είναι rock.

Λες και το rock είναι αντιδραστικό και μίζερο κι ως τέτοιο μόνο αξίζει να ανακαλείται στο δημόσιο λόγο –επ’ ευκαιρία της αντιδραστικής και μίζερης εποχής μας. Δυστυχώς, η ώριμη δεκαετία της γενιάς του Σιδηρόπουλου άφησε πολλά κουσούρια στην ηθική του νεοέλληνα. Τα 80s είδαν μεν να εκπληρώνεται το προαιώνιο αίτημα για χειραφέτηση της μεσαίας τάξης, μόνο που το τίμημα ήταν βαρύ για την αισθητική και τα αισθήματά της.

Ο Σιδηρόπουλος «είδε», αλλά δεν πρόλαβε τα 90s, όπου οι Έλληνες αντί να αλλάξουν την απορριπτική κοινωνία, έγιναν οι ίδιοι απορριπτικές μονάδες, ανακαλύπτοντας την ισοπεδωτική δύναμη της εικόνας, του debate και της δημοσκόπησης. «Στο δικαστή άγριο ληστή τον σύραν ένα πρωινό κι αυτός εκεί λέει στη βουή, φταίτε κι εσείς για τούτα εδώ».

Ο Ντάμης ο σκληρός θα μπορούσε να είναι ένα τραγούδι της δικής μας γενιάς, που, πριν προλάβει να παραγάγει, έχει ήδη καταναλωθεί αναζητώντας ενόχους για την κακοδαιμονία της. Το τραγούδι είναι όμως γραμμένο το 1972. Ο Σιδηρόπουλος είναι διαχρονικός γιατί το βλέμμα του αντανακλά τις ενοχλητικές αλήθειες που οι πολλοί αρνούνται να δουν. Τραγούδησε τη ζωή όπως ήταν κι όχι μόνο τη δική του.

 Στο φόρτε της μεταπολίτευσης, το 1985, ο Μίκη Μάους από το νούμερο 5 στην tracklist του Zorba The Freak βγάζει γλώσσα στη μικροαστική κουλτούρα, που αγέρωχη κάνει αχταρμά ό,τι θεωρεί σπουδαίο. «Για μέλλον πουλάς αυτά που πουλιόντουσαν χτες». Ο δίσκος είναι παραγωγής του Δημήτρη Πουλικάκου, του «θείου Νώντα», που πρώτος φύτευσε καμιά πενηνταριά χρόνια πριν το σπόρο τού να πηγαίνεις στο δικό σου δρόμο και να επιβιώνεις: «Παυλάκι μου, οι καιροί εξακολουθούν να είναι δύσκολοι για πρίγκιπες».

Οι Απροσάρμοστοι είναι το τελευταίο σχήμα του Σιδηρόπουλου. Ξεκίνησαν το 1980 και έβγαλαν μαζί τρεις δίσκους στα δέκα χρόνια που ακολούθησαν. Το 1982 κυκλοφορούν το Εν Λευκώ. Η ηρωίνη έχει κάνει την εμφάνισή της. «Είναι μέρες που πατώ γερά, είναι μέρες που το νιώθω πως πεθαίνω». To H λογοκρίθηκε για προτροπή σε χρήση ναρκωτικών. Είναι η περίπτωση που κάποιοι κρίνουν εξ ιδίων τα αλλότρια.

Ο Σιδηρόπουλος μιλώντας για την πραγματικότητα τίμησε την αλήθεια. Ήταν εξάλλου μαθηματικός. Και καταλάβαινε, ευκολότερα από τους γραφιάδες, πως τα κλειστά συστήματα έχουν μια καταστροφική ιδιότητα. Μένουν μετέωρα απέναντι στην απρόσμενη εμφάνιση ενός σφάλματος. Τα κλειστά συστήματα έχουν μάθει να κρύβουν το λάθος, γιατί στη λογική τους αυτό ανατρέπει την τελειότητά τους.

Πόσες φορές δεν βρεθήκατε αντιμέτωποι με τη λογική «αν υπάρχει λάθος, δεν το λύνουμε, το κουκουλώνουμε, γιατί δεν θα έπρεπε να υπάρχει»; Τέτοια συστήματα είναι καταδικασμένα να καταρρεύσουν, χάνοντας πρώτα τους καλύτερούς τους. Ο Παύλος Σιδηρόπουλος ήταν ο καλύτερος της γενιάς του, ο ασυμβίβαστος που θα 'χε ανάγκη μια κοινωνία με αυτογνωσία για να ξεπεράσει όσα τη στοιχειώνουν.

Στο Βιβλίο των ηρώων τραγούδησε «ένοχος για μια αιτία που δεν την έμαθες ποτέ, πες μας, ρε φίλε, ποιος σε ορίζει; ποιος σε γεμίζει με ενοχές;» για να απαντήσει μερικά tracks παρακάτω: «Κάποτε θα δεις πως είναι αλήθεια, σκληρή δουλειά σε περιμένει, γευόσουνα τα λόγια που από το στόμα σου μοιάζανε παραμύθια… και ψάχνεις τον μπαμπά σου, πάνω του να βρεις στην τύχη, ψάχνεις προστασία».

Η ταινία Ασυμβίβαστος του Αντρέα Θωμόπουλου το ’79 έχει πρωταγωνιστή τον Παύλο, που παρατάει την ιατρική, ζει στους δρόμους, αλλά στο τέλος βρίσκει τον αληθινό έρωτα, συμφιλιώνεται με τον πατέρα του και γιατρός πια παραμένει ασυμβίβαστος, αλλά και ζωντανός, ώστε αυτή η στάση ζωής να περάσει στους επόμενους. Ποιος είναι ο Παύλος;

"Ο Σιδηρόπουλος ήταν ασυμβίβαστος, γιατί το βλέμμα του αντανακλούσε τις ενοχλητικές αλήθειες που οι πολλοί αρνούνται να δουν."

Όπως γίνεται με όλους τους ανθρώπους που έχουν να πουν κάτι διαφορετικό, ο Σιδηρόπουλος είναι άνθρωπος που μπορεί να σου ομορφύνει τη ζωή. Ο γραφιάς δεν θα καταφέρει ποτέ να πει ποιος στα αλήθεια είναι, γιατί πιθανόν να μην τον γνώρισε ποτέ από κοντά, πιθανόν να μην άκουσε τίποτα πιο ιδιαίτερο απ’ αυτά που άκουσαν οι δικοί του άνθρωποι.

Και το δικαίωμα της γραφής του σταματάει εκεί. Αφηγείται όμως ένα παραμύθι και ο ήρωάς του –που ποτέ στα αλήθεια δεν ζήτησε να είναι τέτοιος- ξεδιπλώνει με τα πεπραγμένα του μια ιστορία που κάνει τη ζωή πιο ωραία. Γράφει ο Καζαντζάκης: «Πολλές φορές έχω ντραπεί στη ζωή μου, γιατί έπιασα την ψυχή μου να μην τολμάει να κάνει ό,τι η ανώτατη παραφροσύνη, η ουσία της ζωής, μου φώναζε να κάνω. Μα ποτέ δεν ντράπηκα για την ψυχή μου τόσο, όσο μπροστά στο Ζορμπά». Τι έκανε ο Παύλος;

Μαθαίνοντας για τον Σιδηρόπουλο καταλαβαίνεις πως αγάπησε τη ζωή περισσότερο από το θάνατο. Είναι οι εκρηκτικές live εμφανίσεις του από το υπόγειό του Αν μέχρι τη Μπιενάλε της Βαρκελώνης, είναι η εισαγωγή από Τω αγνώστω θεώ μέχρι τα riffs του Rock n’ roll στο κρεβάτι, η τεθλασμένη γραμμή της φωνής του μεταξύ χιούμορ και ειρωνείας, καημού και απογοήτευσης, είναι η ομορφιά και η ευγένειά του που πρώτα απ’ όλα παρατηρούσαν όσοι τον αντίκρισαν.

Και κυρίως είναι η πίστη του για τα πράγματα που διάλεγε, από τον ελληνικό στίχο πάνω σε ηλεκτρικό ήχο μέχρι το ζεϊμπέκικο και το μπουζούκι, κόντρα στην αισθητική της πίστας. Για τον Παύλο θα διαβάσει κανείς πως ήταν «στοουνάς» και πως στη σκηνή ήταν καλύτερος ακόμα κι απ’ τον Mick Jagger.

Για κάποιο περίεργο παιχνίδι της μοίρας ο Σιδηρόπουλος δεν θα γίνει ποτέ από αυτούς που διηγούνται τη ζωή τους σε δευτεριάτικο talk show. Άντε να τον ξαναδεις με μάσκα στο Welcome to the show σε live εκπομπή της κρατικής. «Απ’ όλα έχει ο θίασος». Γελάς και θυμάσαι το λόγο που ξεκίνησες μπάντα ακούγοντας τον Μπάμπη τον φλου σε κασέτες που έγραφαν Σπυριδούλα και, όταν πήγες πενθήμερη, μια παρέα τουλάχιστον τα βράδια τραγουδούσε στην Κ.

Το 1970, ο Παύλος Σιδηρόπουλος, φοιτητής στο μαθηματικό της Θεσσαλονίκης έφτιαξε το ντουέτο-συγκρότημα Δάμων και Φιντίας. Στους αρχαίους μύθους, που με τα ίδια υλικά φτιάχτηκε αργότερα κι ο Ζορμπάς, ο Δάμων και ο Φιντίας ήταν δυο φίλοι, μαθητές του Πυθαγόρα. Ταξίδεψαν στις Συρακούσες και εκεί ο τύραννος της πόλης κατηγόρησε τον Φιντία για συνωμοσία και τον καταδίκασε σε θάνατο.
 
Ο Φιντίας ζήτησε ένα τελευταίο ταξίδι για να δει τους δικούς του. Ο τύραννος δέχτηκε με τον όρο ότι, αν αυτός δεν επέστρεφε, τη θέση του θα έπαιρνε ο Δάμων. Την μέρα της επιστροφής, ο τύραννος ήταν έτοιμος να εκτελέσει τον Δάμονα.
Την τελευταία στιγμή εμφανίστηκε ο Φιντίας και διηγήθηκε πως έπεσε στα χέρια πειρατών και πως πάλεψε με τη θάλασσα και πέρασε χίλιες δυσκολίες για να επιστρέψει έγκαιρα. Ο τύραννος εντυπωσιάστηκε από την πίστη και αυταπάρνηση των δύο νέων και τούς απελευθέρωσε. Γιατί όλα τα παραμύθια έχουν καλό τέλος. Και η ιστορία του πρίγκιπα είναι τέτοια.
 
Ξεκίνησε μια ιστορία μουσική που έμεινε πιστή στο βλέμμα του δημιουργού της, σε κάθε της σημείο, απ’ όπου κι αν την πιάσεις.
Ο Παύλος Σιδηρόπουλος έχει ό,τι χρειάζεται κανείς για να επιστρέφει πάντα στον άνθρωπο-δημιουργό που κρύβει μέσα του.
 
Γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου του 1948 στην Αθήνα του σκληρού εμφυλίου. «Και όταν θα ’ρθουν οι καιροί που θα ’χει σβήσει το κερί στην καταιγίδα, υπερασπίσου το παιδί, γιατί αν γλιτώσει το παιδί υπάρχει ελπίδα». ποπ και ροκ

Δεν υπάρχουν σχόλια: