English French German Spain Italian Dutch Russian Portuguese Japanese Korean Arabic Chinese Simplified

Τρίτη 23 Μαρτίου 2010

                          Ο πρίγκιπας του ροκ.... Παύλος Σιδηρόπουλος






Για όσους ταξίδεψαν έστω και λίγο με κείνο το παράξενο καράβι που λέγεται «ελληνικό ροκ», ο Παύλος Σιδηρόπουλος ήταν και θα μείνει μια από τις πιο χαρακτηριστικές μορφές αυτής της παράταιρης, παρεξηγημένης και πάντα περιθωριακής σελίδας της μουσικής μας. Ο Σιδηρόπουλος μαζί με τον «θείο Νώντα» - Δημήτρη Πουλικάκο έδωσαν την ψυχή τους, ο Παύλος τελικά και τη ζωή του, σε μια άλλοτε υπέροχη και άλλοτε τραγική περιπέτεια. Το να παίζεις ροκ στην Ελλάδα των δεκαετιών του ’70 (κυρίως) αλλά και του ’80 δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση. Ακόμη πιο δύσκολο ήταν να ζήσεις και να προσπαθήσεις να επιβιώσεις μέσα από αυτό που εύκολα ονομάζουμε τώρα πια «ροκ καταστάσεις». Με μια φράση: ο Παύλος έπαιξε με τη φωτιά και τελικά κάηκε. Θα μπορούσε απλώς να πουλήσει «ροκ» και όχι να ζήσει «ροκ». Διάλεξε, αντίθετα με πολλούς που ξέρουμε, το δεύτερο. Και πλήρωσε το τίμημα.



                                                      Zorba the freak



«Είμαι δισέγγονος του Ζορμπά, και ως γνωστό ο Ζορμπάς ήταν rock and roll, όπως και να το κάνουμε. Και πολύ μάλιστα. Αυτό μας το λέει κι ο Καζαντζάκης. Απ’ την άλλη μεριά όμως, έχω και σπέρμα από τη γενιά των Αλεξίου. Της Ελλης της Αλεξίου, η οποία είναι θεία μου. Κι έτσι έχω μέσα μου και τον διανοούμενο και τον αλήτη. Από τη σύγκρουση αυτών των δύο βγαίνει άλλοτε καταστροφή κι άλλοτε δημιουργία».

                                       Παύλος Σιδηρόπουλος: Ο πρίγκιπας του ροκ



Ο Παύλος Σιδηρόπουλος γεννήθηκε το 1948 στην Αθήνα αλλά έζησε τα παιδικά του χρόνια στη Θεσσαλονίκη. Εκεί πήγε το 1970 για να σπουδάσει στο Μαθηματικό. Ο τραγουδοποιός Βαγγέλης Γερμανός μιλάει για εκείνη την εποχή: «Με τον Παύλο Σιδηρόπουλο ήμασταν φίλοι και συγκάτοικοι το 1970 στην Θεσσαλονίκη, φοιτητές στο Μαθηματικό Τμήμα. Ηταν ένας γλυκός "κακομαθημένος" έφηβος. Το όνειρό του ήταν να γίνει συγγραφέας. Είχε διαλέξει και ψευδώνυμο: Παύλος Αστέρης. Εκείνη την εποχή του άρεσαν τα ντραμς και κάναμε ντουέτο στο σπίτι. Εγώ κιθάρα και αυτός τύμπανα σε μία πάνινη πολυθρόνα με κουτάλια και μπαγκέτες. Παίζαμε χαρούμενα και κάναμε ατέλειωτη πλάκα και αταξίες... Τον θυμάμαι στη συναυλία του Τζέιμς Μπράουν στο "Παλλάς" να πάλλεται στην ένταση και τον ρυθμό της μπάντας. Αλλη μία φορά στα καμαρίνια του "Μετρό" να μου λέει πως όπου να ‘ναι "καθαρίζει"... Ο Παύλος ήταν ένας βιωματικός τύπος, όπως πρέπει να είναι ο καλλιτέχνης, μόνο που η χημεία που διάλεξε να παλέψει μαζί της, δεν σηκώνει αστεία και έτσι έφυγε νωρίς... αφήνοντας τα τραγούδια του πίσω για παρηγοριά. Τον θυμάμαι πάντα με αγάπη».



Σχεδόν αμέσως έφτιαξε με τον κιθαρίστα των «Olympians», Παντελή Δεληγιαννίδη το ντουέτο «Δάμων και Φιντίας». Δύο τραγούδια τους μπήκαν στον ιστορικό δίσκο «Ζωντανοί στο Κύτταρο». Κι επειδή το Κύτταρο ήταν τότε το κέντρο του μικρόκοσμου της ελληνικής ροκ γνωρίστηκαν με άλλους μουσικούς και ένωσαν τις δυνάμεις τους με το γκρουπ «Μπουρμπούλια» που έπαιζε με τον Σαββόπουλο. Ακολουθεί η συνεργασία του με τον συνθέτη Γιάννη Μαρκόπουλο στους δίσκους «Θεσσαλικός κύκλος» και «Οροπέδιο». Η μεγάλη του όμως στιγμή είναι η συνάντησή του με το γκρουπ «Σπυριδούλα», το 1976, με τον δίσκο «Φλου», σημείο αναφοράς για την εγχώρια εκδοχή του ροκ. Με επιρροές από την ελληνική μουσική σκηνή του ’60 και του ’70, από ξένα ροκ γκρουπ και ενσωματώνοντας στοιχεία από παραδοσιακά ακούσματα, ο Παύλος και οι «Σπυριδούλα» δημιούργησαν ένα άλμπουμ που έκανε, τηρουμένων των αναλογιών, πάταγο στην εποχή του.



Ροκ με ελληνικό στίχο. Για τους περισσότερους ήταν αδιανόητο ως τότε. «Εχει μεγάλη δυσκολία να μπει ελληνικός στίχος στη ροκ μουσική, αλλά πώς να το κάνουμε, πρέπει να παλέψεις. Πρώτα θα βγει λίγο κουτσό, λίγο τραυματισμένο, μετά όμως θα βρει τον δρόμο του. Θέλει ειδική μελέτη... Εγώ κουράστηκα αλλά βρήκα τα μυστικά της ελληνικής γλώσσας και τώρα ο στίχος κολλάει. Κοφτά, λέξη προς λέξη. Και νιώθω μεγάλη ικανοποίηση γιατί αυτό το "ταξίδι" το 'βγαλα πέρα μόνος μου».



Αλλά η συμβολή του «Φλου» στην όμορφη και «καταραμένη» ιστορία του ελληνικού ροκ ήταν ότι άνοιξε το δρόμο σε ένα σωρό άλλους μουσικούς που έπαιζαν ή ήθελαν να παίξουν ροκ ή έστω επηρεάστηκαν από αυτό για να διαμορφώσουν το μουσικό τους στίγμα. Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια του Γιάννη Αγγελάκα που λίγο αργότερα θα δημιουργήσει το συγκρότημα «Τρύπες»: «Ο Παύλος είναι ένας άγιος της ελληνικής ροκ σκηνής. Eφυγε πριν ακόμα δει τους σπόρους που είχε φυτέψει και οι οποίοι έπιασαν τελικά. Eφυγε κυνηγημένος, περιθωριοποιημένος, αλλά πιστεύω ότι αν υπάρχει πουθενά, θα χαίρεται γι’ αυτό που συμβαίνει. Γιατί ό,τι και να συμβαίνει ξεκίνησε από τον Παύλο και από τον Πουλικάκο. Το "Φλου" ήταν ένας οριακός δίσκος για όλους μας».



                                               Μου 'πες θα φύγω



Το 1979 μαζί με άλλους μουσικούς, ανάμεσά τους, οι κιθαρίστες Θόδωρος Παπαντίνας και Στίλπων Νέστωρ φτιάχνει το σχήμα "Εταιρεία Καλλιτεχνών", που όμως διαλύθηκε προτού ηχογραφήσει μεγάλο δίσκο. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν ήταν μία ακόμη ιστορική συνεργασία. Ο Θόδωρος Παπαντίνας, ένας κιθαρίστας με απίστευτο ταλέντο, που χάθηκε στη σκόνη της ελληνικής πραγματικότας, αφηγείται: «Ο Παύλος είχε όλα τα χαρίσματα ενός αυθεντικού και δημιουργικού ρόκερ. Τον θυμάμαι πάντα σαν έναν πολύ καλό φίλο γεμάτο ζωή και κέφι για διασκέδαση και πλάκες. Και είναι πολύ κρίμα που έφυγε μ’ αυτό τον τρόπο. Η περίοδος στην οποία δημιουργήσαμε μαζί την "Εταιρεία Καλλιτεχνών", θα μου μείνει αξέχαστη αφού θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό που σμίξαμε μαζί σ’ αυτό το σχήμα. Υπήρχαν συνεχή "χάπενιγκ" τόσο πάνω στη σκηνή όσο και έξω απ’ αυτήν και θεωρώ τότε μεγάλη απώλεια για τον χώρο τη διάλυση της μπάντας».



Στη συνέχεια κάνει λίγες εμφανίσεις ως ηθοποιός σε ταινίες του νέου ελληνικού σινεμά και στο σίριαλ του Κώστα Φέρρη «Οικογένεια Ζαρντή». Τη δεκαετία του 1980 αρχίζει η συνεργασία με τους «Απροσάρμοστους», το γκρουπ που θα συνδέσει την τύχη του μαζί του ως το τέλος. Για περίπου δέκα χρόνια ο Παύλος Σιδηρόπουλος, άλλοτε με το σχήμα αυτό άλλοτε με τον Δημήτρη Πουλικάκο θα συνεχίσει τις ζωντανές εμφανίσεις, τις συναυλίες και θα ηχογραφήσει δίσκους όπως το «Zorba the Freak» και το «Εν λευκώ».

Δεν είναι μυστικό ότι κάνει χρήση ηρωίνης, έχει το θάρρος να το δηλώσει ακόμη και με αναφορά στον τίτλο του δίσκου: «Θέλω να πω στους πιτσιρικάδες ότι δεν υπάρχει κανένας, μα κανένας απολύτως λόγος να δοκιμάσουν ηρωίνη. Δεν μπορεί να σου δώσει κανένα όραμα, καμιά ψευδαίσθηση, κανένα βίζιον ας πούμε, άμα είσαι ποιητής, ζωγράφος ή καλλιτέχνης... Η ηρωίνη είναι κάτι που σε εκμηδενίζει, είναι ένας μύθος, μια μπούρδα...». Αυτή όμως ήταν που τον Δεκέμβρη του 1990 τον πήρε από τη ζωή.



                                               Να μ’ αγαπάς



Γνώρισα τον Παύλο Σιδηρόπουλο στις αρχές της δεκαετίας του ’80, όταν μαζί με άλλους δυο φίλους πήγα στο σπίτι του στην Κυψέλη για μια συνέντευξη που πρόθυμα δέχτηκε να δώσει σε ένα φανζίν της εποχής. Είδαμε έναν πολύ ευγενικό αλλά και πολύ καταβεβλημένο άνθρωπο, που μας μίλησε για τη ζωή του, για το ροκ και για την ταινία που είχε πρωταγωνιστήσει τότε, τον «Ασυμβίβαστο», από την οποία όμως ήταν απογοητευμένος. Δεν μείναμε πολύ για να μην τον κουράσουμε, έκανε ολοφάνερα μεγάλη προσπάθεια για να μας μιλήσει. Φεύγοντας, του αφήσαμε ένα λευκό τριαντάφυλλο. Hμασταν πολύ νέοι για να ξέρουμε τι (μας) γινόταν. Πριν και μετά τον είδαμε πολλές φορές στις συναυλίες και σχεδόν πάντα είχε τρομερή ενέργεια στη σκηνή, και ταυτόχρονα έδινε την αίσθηση ότι «ήταν ένας από εμάς». Hταν ο Παύλος. Hταν πολύ απλά ένας πραγματικός ρόκερ. Eτσι έζησε ως το τέλος. Το καλοκαίρι του 1990 παρέλυσε ξαφνικά το δεξί του χέρι. Οι γιατροί δεν μπόρεσαν να βρουν την αιτία. Συνέχισε τις εμφανίσεις με δεμένο το χέρι. Είχε προγραμματίσει μια σειρά εμφανίσεων για το Δεκέμβριο. Δεν πρόλαβε. Το απόγευμα της 6ης Δεκεμβρίου πέθανε από χρήση ηρωίνης.



Ο επίλογος στον Δημήτρη Πουλικάκο: «Γι’ αυτόν ήμουν ο θείος. Eτσι όπως διάλεξε τους φίλους του, διάλεξε και τους "συγγενείς" του, διάλεξε την "οικογένειά" του, τα κατάφερε. Και σίγουρα, ο ίδιος διάλεξε και το τελευταίο του ταξίδι. Ο ανιψιός ήταν ένας ελεύθερος πρίγκιπας, ο τελευταίος, και είμαι περήφανος γι’ αυτόν. Παυλάκι μου, οι καιροί εξακολουθούν να είναι δύσκολοι για τους πρίγκιπες. Σε φιλώ, ο θείος σου ο Μήτσος».



                                                        Το σχολείο του ροκ



«Για μένα αλλά και για τα άλλα παιδιά του γκρουπ, ο Παύλος ήταν ο φίλος μου και ο δάσκαλός μου. Στην ουσία αυτός μας έκανε μουσικούς. Είχε το εξαιρετικό χάρισμα να μαγνητίζει πάνω στη σκηνή το κοινό και να γίνεται ένα μ’ αυτό. Hταν αγνός, αυθεντικός και το κενό του είναι τεράστιο αλλά και δυσαναπλήρωτο». Οδυσσέας Γαλανάκης - κιθαρίστας στους «Απροσάρμοστους»



                                                 Ο μύθος του πρίγκιπα



«Ο Σιδηρόπουλος, όπως και όλοι οι νεκροί ήρωες του ροκ, άθελά του δημιούργησε έναν μύθο. Eναν μύθο προς εκμετάλλευση. Στον μύθο όμως πάντα ξεχνιέται το ανθρώπινο στοιχείο. Και ο Παύλος, για όσους τον γνώριζαν από κοντά, ήταν ΑΝΘΡΩΠΟΣ. Παράλληλα, όμως, ήταν και ο καλλιτέχνης εκείνος που μίλησε στη γενιά του (και όχι μόνο) με τη σκληρή γλώσσα της πραγματικότητας, χωρίς να πιπιλίσει τα αυτιά με ωραιοποιημένα μηνύματα, που θα τον έκαναν εμπορικότερο».


Πηγές:

Μανώλης Νταλούκας, «Ελληνικό ροκ, 1945-1990», εκδόσεις Αγκυρα, 2006

Ακης Λαδικός «Πού να γυρίζεις», εκδόσεις Λιβάνη, 1998

Ντίνος Δηματάτης, «25 χρόνια ελληνικού ροκ«, εκδόσεις Λιβάνη, 1992

Ντίνος Δηματάτης «Το μοναχικό μπλούζ του πρίγκηπα», Εκδόσεις Κατσάνος, 1997

Δεν υπάρχουν σχόλια: