English French German Spain Italian Dutch Russian Portuguese Japanese Korean Arabic Chinese Simplified

Σάββατο 27 Μαρτίου 2010

                                              

                                                                 Deep Purple




Όσα και να γραφτούν για αυτό το συγκρότημα ίσως να μην αρκούν, ίσως και να είναι άδικο για αυτούς, για τα πράγματα που δεν είναι σε θέση να ειπωθούν. Και αυτό διότι η ιστορία που έγραφαν και συνεχίζουν να γράφουν αποτελεί από μόνη της αστείρευτη πηγή γνώσεων. Σημάδεψαν γενιές, μεγάλωσαν μαζί τους εκατομμύρια άνθρωποι και, ακόμη και σήμερα, μεγαλώνουν νέοι μαζί τους. Μία μικρή διαφορά των μεν από τους δε είναι κάποια χρόνια διαφοράς στην ηλικία. Αλλά αυτό είναι κάτι αμελητέο, διότι όπως οι Purple χαρακτηρίζονται από μία φρεσκάδα και λαμπερότητα, έτσι και οι οπαδοί τους, ανεξαρτήτου ηλικίας, διατηρούνται πάντα νέοι μέσα τους. Και η μουσική τους δείχνει πως είναι το ελιξήριο αυτής της νεότητας...



Τα ιδρυτικά μέλη του εκ των ιστορικότερων συγκροτημάτων στον χώρο της παγκόσμιας ροκ σκηνής ήταν οι εξής: Ritchie Blackmore (14.04.1945, κιθάρα), Jon Lord (09.06.1941, πλήκτρα), Nick Simper (1946,μπάσο), Ιan Paice (29.06.1948, ντραμς) και Rod Evans (19.01.1945, φωνητικά). Αυτοί πριν από 36 χρόνια περίπου έδωσαν πνοή, όχι στους Deep Purple αλλά στους Roundabout, οι οποίοι μετονομάστηκαν σε Deep Purple. Η συγκεκριμένη ονομασία δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ο τίτλος από ένα τραγούδι των 60’s, των Nino Tempo,April Stevens, το οποίο και γνώρισε μεγάλη επιτυχία.





Το 1968 έγινε το επίσημο ντεμπούτο των Deep Purple με την κυκλοφορία του single "Hush", διασκευή του δημιουργήματος του Joe South.



H αρχή είχε γίνει... Μπορεί η δουλεία αυτή να μην ήταν δική τους, ωστόσο πούλησε 190.000 αντίτυπα στις Ηνωμένες Πολιτείες και σκαρφάλωσε στο νούμερο 5 του αμερικάνικου chart, μεταξύ 100 τραγουδιών. Ένα μήνα αργότερα, τον Ιούλιο του 1968, κυκλοφόρησε το "Shades of Deep Purple", το πρώτο τους LP. Άλμπουμ ελαφρώς άναρχο, με ψυχεδελικές τάσεις, αποτελούμενο από μπαλάντες και κάποιες διάσκευες. Τον Φλεβάρη του 1969 κυκλοφόρησε το single "Emaretta" και το single "Kentucky woman", διασκευή του τραγουδιού του Neil Diamond. Toν ίδιο χρόνο αργότερα κυκλοφόρησε και το "Book of Taliesyn", η δεύτερη δισκογραφική τους δουλειά. Το Νοέμβριο του 1969 κυκλοφόρησε η τρίτη δισκογραφική τους δουλειά με τίτλο "Deep Purple". Tόσο απλά...



Παραδόξως, παρότι δίσκο με δίσκο ο ήχος τους ωρίμαζε και γινόταν ολοένα και καλύτερος, ο τρίτος τους δίσκος δεν γνώρισε την ίδια επιτυχία με τους προηγούμενους. Την ίδια περίοδο αποχώρησαν από την μπάντα οι Rod Evans, Nick Simper, γυρίζοντας έτσι μία σελίδα της ιστορίας αυτής και σφραγίζοντας ένα κεφάλαιo...







Έπειτα από ακρόαση, οι Ian Gillan (19.08.1945) και Roger Glover (30.11.1945) ανέλαβαν τα φωνητικά και το μπάσο αντίστοιχα. Ρακένδυτοι και δίχως μέλλον και παρόν έως τότε ανέλαβαν ένα πραγματικά μεγάλο φορτίο, όπως εξελίχτηκε μετά.



Η ένταξη των δύο αυτών μελών δημιούργησαν την δεύτερη σύνθεση των Purple, η αλλιώς ΜΑRK II(MKII)... H προσωπική δουλειά του Jon Lord, η βασιλική φιλαρμονική ορχήστρα και η χημεία των Deep Purple "γέννησαν" την τέταρτη δισκογραφική τους δουλειά, το "Concerto for group and orchestra", δουλειά εξαιρετικά πρωτοποριακή, η οποία αποτέλεσε και πιλότο για αρκετά συγκροτήματα ακόμη και στις μέρες μας.



Παρά το συντηρητικό κλίμα του βασιλευόμενου αγγλικού συστήματος, (ας μην ξεχνάει κανείς πως το κοινό που παρακολούθησε αυτό το κονσέρτο ζωντανά στο Royal Albert Hall ήταν κοινό ανάμεικτο. Θαυμαστές του συγκροτήματος και μεσήλικες, ακόμη και ηλικιωμένοι θαυμαστές της κλασσικής μουσικής) υπήρξαν κριτικές και θετικές και αρνητικές, οπότε όλα έβαιναν καλώς...



Και φτάνουμε στο 1970, στον Ιούνιο συγκεκριμένα, οπότε με το "In Rock", την έκτη κατά σειρά δισκογραφική τους δουλειά, έρχεται και η καθιέρωση στην Ευρώπη, με το "Black Night" να φτάνει στο νούμερο 2 του chart. Kάπου εκεί ξεκίνησαν οι παγκόσμιες περιοδείες (Αμερική, Ευρώπη, Αυστραλία).







Τον Σεπτέμβρη του 1971 κυκλοφόρησε η έβδομη δισκογραφική τους δουλειά, το "Fireball", ένα άλμπουμ όχι προβληματικό, αλλά προβληματισμένο. Με νέο ήχο, πιο σκληρό, πιο σκοτεινό μπορεί να πει κάποιος. Κοινώς αποδεκτό είναι πως αυτός ο δίσκος είναι ο καλύτερος στιχουργικά και μαζί με το προηγούμενο τους album, οι καλύτερές τους απόπειρες. Τον Δεκεμβριο του 1971 στο Μontreux της Ελβετίας και έπειτα από μία μεγάλη περιπέτεια καθώς ο χώρος όπου επρόκειτο να ηχογραφήσουν τη νέα τους δουλεία τυλίχτηκε στις φλόγες, γεννήθηκε το "Μachine head", η όγδοη κατά σειρά δισκογραφική τους δουλειά.



Χαρακτηριστική περιγραφή των γεγονότων της Eλβετίας μπορεί να βρει κανείς (να ακούσει μάλλον) στο "Smoke on the water", τραγούδι αυτού του δίσκου, σίγουρα το εμπορικότερο όλης της δισκογραφίας των Purple: Aπό την πυρκαγιά στο Μontreux μέχρι το Grand Hotel, όπου και κατέληξαν για ηχογράφηση.



Με λίγα λόγια το "Machine Head" ήταν το πιο επιτυχημένο άλμπουμ των Purple από την άποψη ότι έγινε χρυσό στις πωλήσεις, συνοδεύτηκε από απόλυτα επιτηχημένες συναυλίες και το σημαντικότερο, αποτέλεσε το "διαβατήριο" για μία “αγορά” παρθένα, την Ιαπωνία.



Ήταν το πρώτο rock ή heavy metal συγκρότημα που πέρασε ποτέ αυτά τα σύνορα. Οι Deep Purple λατρεύτηκαν στην Ιαπωνία και έδωσαν έτοιμη τροφή για όσα συγκροτήματα προσπάθησαν να ακολουθήσουν, αφού φοβόντουσαν προηγουμένως.



Το συγκρότημα έβγαλε ένα live album από συναυλίες στην Ιαπωνία, το ”Live in Japan” ή “Made in Japan”. Kάπου εκεί οι Purple είχαν φτάσει στο απώγειο της τότε δόξας τους και επειδή αν το καλοσκεφτεί κανείς είχαμε να κάνουμε και με ανθρώπινες σχέσεις, ήταν λογικό κάποια στιγμή να επέλθει κορεσμός και απώλεια κινήτρων. Έτσι το 1973 κυκλοφόρησε το “Who do we think we are” ένας δίσκος, που μόνο με την ονομασία του προμήνυε το τέλος, οριστικό ή όχι, κανείς δεν ήξερε τότε. Και έτσι έγινε τελικά.



Προσπάθειες επανασύνδεσης έγιναν αρκετές, σε φιλολογικό επίπεδο περισσότερο, και από τα μέλη της ΜΚ ΙΙ, καθώς οι Purple ήταν κάτι που δεν μπορούσε να πεθάνει τόσο εύκολα και με το πέρασμα των χρόνων οι εγωισμοί πήγαιναν σιγά σιγά στην άκρη.



Οι Deep Purple είναι ένα εκ των ενδοξότερων συγκροτημάτων της ροκ μουσικής σκηνής από πλευράς προσφοράς στον χώρο, από την άποψη ότι άφησαν τα σημάδια της μουσικής τους ανεξίτηλα στον χρόνο, ακόμη και σήμερα, έπειτα από 36 χρόνια. Και τελειώνοντας να σημειώσω ότι τα συγκροτήματα τα οποία σχετίζονται με τους Purple προήλθαν από τις κατά καιρούς διαλύσεις τους. Συγκροτήματα όπως οι Rainbow και Whitesnake άφησαν και αυτά με την σειρά τους βαριά κληρονομία με δίσκους όπως το "Rising" (Rainbow), "Saints and sinners" (Whitesnake).

Δεν υπάρχουν σχόλια: